Τι θες να πεις;

Ο χάρτης που πάνω του ανάβουν τα φωτάκια μας δεν είναι απαραίτητο να είναι ένα ορθογώνιο επίπεδο χαρτί· σκέψου τον πολυδιάστατο. Άναψε το φωτάκι σου εκεί. Αυτοστιγμεί ανάβει και το δικό μου εδώ. Αυτές οι δυο λέξεις, το «εκεί» και το «εδώ», στην αλληλεπίδρασή τους είναι οι συντεταγμένες μας.
–Κι έχω για μόνο μου όπλο, μόνη μου άμυνα, τα νύχια μου τα μωβ, σαν τα κυκλάμινα.
-Τι θες να πεις; Γιατί να μου αμυνθείς;
-Γιατί δε γίνεται να χάνω πάντα. Γιατί η συνήθεια της ήττας είναι το τρέιλερ του θανάτου. Κι εγώ έχω πολλή ζωή να ζήσω ακόμη. Ή τουλάχιστον θέλω. Γι’ αυτά που ξέρουμε. Για να είμαι δίπλα σου, να σου επιτίθεμαι και να με σκορπάς. Να χάσκω και να με συντρίβεις. Να δημιουργώ αφελώς και να με εξαφανίζεις. Πρέπει όμως, έτσι για την αλλαγή, να μαζέψω μια φορά όλα μου τα μωβ και μ’ αυτά να ανοίξω δρόμους στην πλάτη σου, ποτάμια στο στήθος σου, να ‘χει το ναυτικό μου δρόμους, τα καράβια μου τρόπους να σε αναχαιτίσουν. Κι ας το πάμε μετά πάλι απ’ την αρχή.
-Να πω την αλήθεια, δε σε καταλαβαίνω. Είναι βράδυ, έχω πιει κι αυτά που μου λες μου φαίνονται άπειρα δύσκολα.
-Δύσκολα να τα καταλάβεις ή δύσκολα να τα κάνω; Και τι εννοείς λέγοντας άπειρα; Τι στη φύση είναι άπειρο; Τα άστρα; Τα έχουμε μετρήσει. Οι κόκκοι της άμμου; Μετριούνται. Τα σύμπαντα; Τα ψάχνουμε. Να στο πω εντελώς απλά: άπειρο είναι κάτι που δεν έχουμε μετρήσει ακόμη. Άπειρο είναι ένας αριθμός σε αναμονή. Ένας άβακας ως σχέδιο στο εργαστήριο ενός ξυλουργού. Είναι οι Πρωτόπλαστοι πριν γνωριστούν αλλά και πιο πριν, προτού αποκτήσουν συνείδηση του ατόμου τους.
-Τι θες να πεις; Σε χάνω εντελώς. Βρισκόμαστε σε διαφορετικούς κόσμους νομίζω.
– Κλέβοντας από την κβαντική φυσική θα σου έλεγα ότι δεν έχει σημασία σε ποιο κόσμο βρίσκεσαι, σε ποιον εγώ κάθε στιγμή. Σημασία έχει πού βρισκόμαστε όταν αλληλεπιδρούμε. Πού καθόμαστε, πού περπατάμε, πού ξαπλώνουμε όταν μπλέκουμε λέξεις, σκέψεις, ιδέες, ποτά, ιδρώτα. Ο χάρτης που πάνω του ανάβουν τα φωτάκια μας δεν είναι απαραίτητο να είναι ένα ορθογώνιο επίπεδο χαρτί· σκέψου τον πολυδιάστατο. Άναψε το φωτάκι σου εκεί. Αυτοστιγμεί ανάβει και το δικό μου εδώ. Αυτές οι δυο λέξεις, το «εκεί» και το «εδώ», στην αλληλεπίδρασή τους είναι οι συντεταγμένες μας.
Απ’ την άλλη, όπως και να ‘χει, μη δίνεις τόση βάση πάντα σε όσα λέω. Δεν είναι κι όλα προς κατανόηση. Κάποιες φορές οι άνθρωποι συνυπάρχουμε όχι εξαιτίας όσων εύκολα έχουμε αλλά όσων ζόρικα μας λείπουν.
-Άντε πάλι! Μα τι θες να πεις;
-Ότι δεν είναι πάντα ανάγκη να έχεις ένα θέμα για να κάνεις ένα κείμενο. Ότι οι λευκές κόλλες είναι γραμμένες με συμπαθητική μελάνη. Τις θερμαίνεις, τους δίνεις απ’ τη ζέστη σου εννοώ, και οι λέξεις εμφανίζονται. Κι αυτή θα ήταν η κουβέντα μου την πρώτη μέρα σε μια συνάντηση δημιουργικής γραφής.
*Τα πλάγια γράμματα της πρώτης πρότασης του κειμένου είναι στίχος του Οδυσσέα Ελύτη από τη Μαρία Νεφέλη.
Φωτογραφία: Μαρία Γαλάτη
Διαβάστε επίσης