Σε τι κωλοεποχή ζούμε;

Πόσοι κυβερνητικοί βουλευτές αρκούν για να πουν και να πείσουν έναν πατέρα ότι παρέλαβε ολόκληρο ένα νεκρό παιδί που δεν είδε;
Είναι Δευτέρα βράδυ και κανονικά πρέπει να βρω ένα θέμα και να βάλω 400 λέξεις στη σειρά για να τους δώσω σώμα, μορφή, δύναμη. Είναι Δευτέρα βράδυ κι όσο καλό κι αν είναι αυτό το καπνιστό ουίσκι από εκείνο το απίθανο σκωτσέζικο νησί στις νότιες Εβρίδες, δεν μπορεί να ξεκλειδώσει καμία πόρτα που να κρύβει έστω κάτι επιεικώς όμορφο. Σε τι κωλοεποχή ζούμε;
-Λοιπόν, δε θα αφήνουμε μόνο το άσχημο να μπαίνει απ’ τις χαραμάδες. Δεν είμαστε δεμένοι στον καναπέ, δεν είμαστε αιχμάλωτοι κάποιας σχέσης στριμωγμένης στα σχοινιά, ματωμένης από συνεχή ντιρέκτ και άπερκατ. Ειδικά τώρα. Τώρα που ακόμη η αρμύρα είναι στα τατουάζ της πλάτης σου, που ο ήλιος εξατμίζοντας την υγρασία αφήνει ίχνη αλατιού στους γεωγράφους του μέλλοντος, να ξέρουν πού στήνονταν οι έρωτες στις μέρες μας, ποιες οι συντεταγμένες των σπασμών μας. Όχι τώρα.
Βρίζουν γονείς που τα παιδιά τους σκοτώθηκαν σε σύγκρουση τρένων, χλευάζουν γονείς που τα παιδιά τους εξαφανίστηκαν στην έκρηξη κάποιας βόμβας, καταριούνται ανθρώπους που άφησαν στην άκρη ό,τι έκαναν στην καθημερινότητά τους, μπήκαν σε ένα σκάφος και πάνε βουρ προς το τέρας χωρίς προσωπικό όφελος, μόνο για να στηρίξουν την ανθρωπότητα εκείνη τη μέρα που θα μπουν στο ζύγι όσα έγιναν κι όσα δεν έγιναν ενώ όλοι ήξεραν, ωρύονται για ανθρώπους που ξέφυγαν από έναν άγριο εμφύλιο, που βασανίστηκαν στη διαδρομή, που βιάστηκαν, που οι φίλοι τους, τα αδέρφια τους, οι γονείς τους πνίγηκαν, που κατάφεραν να φτάσουν ικέτες ως εδώ. Είναι οι διπλανοί μας, οι κυρ-Παντελήδες και οι κυρίες Ασπασίες του πληκτρολογίου. Οι τελειωμένοι συμπολίτες μας με τα ανά τετραετία σταυρωμένα ψηφοδέλτια των δήμιών μας. Είναι τα ξύσματα ενός φαιού μολυβιού που αφέθηκαν στην άκρη του τετραδίου της αδιαφορίας μας, της αποχής μας και στον πρώτο ακροδεξιόστροφο άνεμο η σπίθα τους άρπαξε και τώρα καίνε ανεξέλεγκτα κάθε έκταση λογικής, αλληλεγγύης και ενσυναίσθησης.
-Ρε κορίτσι μου, λυγίζουν τα γόνατά μου μπρος σου. Είσαι η απλότητα που ηλίθια ξέφυγε μέσα απ’ τα δάχτυλα τριών δεκαετιών πριν να σε γνωρίσω. Σαν τις αυλές των χαμηλών σπιτιών με κάνεις να ξεχνιέμαι, να αφήνω το βλέμμα μου ώρες από γλάστρα σε γλάστρα, την όσφρησή μου αιώνες από λουλούδι σε λουλούδι. Είσαι ένας έρωτας θραύσματα άπειρα σαν αυτά που θα γεμίσουν συστήματα μετά το ξόδεμα των ήλιων τους· ανοίγω έκταση τα χέρια και σε μαζεύω από παντού γύρω μου. Δεν μπορώ να σε χαρίσω στην κακοδιάθεση των ημερών, στον καρκίνο του πρώτου τετάρτου του 21ου αιώνα. Όχι, είσαι, είμαστε για πολύ καλύτερα, για πολύ δυνατότερα, για πολύ υγιέστερα.
Σκέφτομαι συχνά το μετά αυτής της εποχής, αυτού το κόσμου. Φαντάζομαι πολλοί το έκαναν και στον Μεσοπόλεμο. Όπως και τότε όμως, έτσι και τώρα μάλλον, τίποτα δεν έχει το μπόι να σταθεί και να με προϊδεάσει για αυτό που θα ακολουθήσει. Με τη βλακεία δεν διαλέγεσαι και με τον φασισμό δεν χαζολογάς. Με αυτά χτίζουν τα χαρακώματά τους οι απέναντι. Κι ίσως πάλι να είναι οι περισσότεροι. Δεν κάνουμε λογαριασμούς με νούμερα όμως. Αλλιώς μετράμε ετούτες τις ώρες. Ποιος στόλος εξάλλου να εξισωθεί με 45 σκάφη που φέρνουν ζωή, που φέρνουν φαγητό και οξυγόνο ελευθερίας. Πόσοι κυβερνητικοί βουλευτές αρκούν για να πουν και να πείσουν έναν πατέρα ότι παρέλαβε ολόκληρο ένα νεκρό παιδί που δεν είδε;
-Δε σου λέω ότι θα νικήσουμε. Σου λέω ότι αυτό που κάνεις στην ψυχολογία μου είναι να σκέφτομαι ότι έχω λόγους να αγωνίζομαι μέχρι τέλους για να νικήσουμε.
Διαβάστε επίσης:
Ο Χρυσοχοΐδης θέλει να εγκαταστήσει εξειδικευμένους αστυνομικούς στους καταυλισμούς Ρομά
Ο Τζίμι Κίμελ επιστρέφει μετά το μποϊκοτάζ που τρόμαξε την Disney