Τα κορίτσια στο τελευταίο σουτ

Τα κορίτσια που θα νικήσουν στο τελευταίο σουτ, σε νεκρό χρόνο, ορίζουν την ομορφιά της ζωής έχοντάς την πληρώσει με πόνο, με μελανιές, με ντροπή, με εγκλεισμούς, με αίμα. Με το δικό τους αίμα. Κορίτσια μικρά, κορίτσια μεγάλα, γυναίκες ηλικιωμένες, θηλυκότητες. Μια ομάδα.
Τα κορίτσια αυτού του κειμένου κρατάνε την αναπνοή τους στο τελευταίο σουτ του αγώνα. Στο πρόσωπό τους σχηματίζεται η αγωνία κάθε λεπτού που προηγήθηκε, ολόκληρης της μάχης που δόθηκε, κάθε πρόσκαιρης χαράς, κάθε λύπης που την ανέτρεπε. Οι μύες τους γραμμώνουν τα κορμιά τους, σαν δρόμοι φτέρνα-κεφάλι. Οι φλέβες τους φουσκώνουν, οι ζάρες τους βαθαίνουν σαν οροσειρές και κοιλάδες και κύματα και άβυσσοι. Ο ιδρώτας τους μουσκεύει ρούχα και εσώρουχα και δέρμα. Είναι ένα σουτ που το ‘χουν πιστέψει, ένα σουτ που το έχουν δουλέψει, που έχουν προπονηθεί, κουραστεί, καταπονηθεί για να φτάσουν σ’ αυτό. Ένα σουτ, που εν τέλει, τους το χρωστάει η μοίρα.
Τα κορίτσια που φτάνουν το ματς στο τελευταίο σουτ είχαν γιαγιάδες μάγισσες. Τα βράδια ανέβαιναν στις σκούπες τους και πετούσαν πάνω από έναν σκοτεινό πλανήτη. Στα δωμάτιά τους έβραζαν φίλτρα που έκαναν καλά αρρώστους, που γιάτρευαν ερωτευμένους και ελαφρούς, που χόρταιναν πεινασμένους και ζητιάνους. Η γκαρνταρόμπα τους είχε ένα δυο φουστάνια πολύχρωμα και σκισμένα, τα μαλλιά τους ήταν αχτένιστα και το πρόσωπό τους ηλιοκαμένο. Αλλά τα μάτια τους… τα μάτια τους είχαν το χρώμα της νίκης σε ένα μακρινό μέλλον. Είχαν τη λάμψη που μια εγγονή τους θα έφτανε το ματς ως το τελευταίο σουτ. Κι αυτό τις κρατούσε και δεν τις έσπαζε στις ανακρίσεις. Αυτό ήταν το άκαο που έφερναν μαζί τους στην πυρά.
Τα κορίτσια που προηγήθηκαν, ισοφαρίστηκαν, έμειναν πίσω και πάλι γύρισαν το ματς είναι κορίτσια που -θέλουμε και μη- θα αλλάξουν το τελικό αποτέλεσμα που είχαμε συνηθίσει. Μας το φωνάζει η οργάνωσή τους, το πείσμα τους, η τεχνική τους, η επιμονή τους, η άρνησή τους για ήττα. Μπρος στα μάτια μας παίζεται το παιχνίδι του αιώνα και είναι ώρα να ξυπνήσουμε, να συνειδητοποιήσουμε τι βλέπουμε. Στα ξεψυχίσματα των στημένων πρωταθλημάτων, των πατριαρχικών αυτοκρατοριών, των δεδομένων αρσενικών νικητών, τα κορίτσια κραυγάζουν και είναι το ουρλιαχτό τους που οδηγεί την μπάλα στο καλάθι. Είναι αυτές οι ψηλές νότες που αλάθευτα θα σηκώσουν την κερκίδα στο πόδι, θα αφήσουν την πόλη ξύπνια με τους πανηγυρισμούς τους απόψε.
Τα κορίτσια που θα νικήσουν στο τελευταίο σουτ, σε νεκρό χρόνο, ορίζουν την ομορφιά της ζωής έχοντάς την πληρώσει με πόνο, με μελανιές, με ντροπή, με εγκλεισμούς, με αίμα. Με το δικό τους αίμα. Κορίτσια μικρά, κορίτσια μεγάλα, γυναίκες ηλικιωμένες, θηλυκότητες. Μια ομάδα.
Ο αγώνας λήγει σύντομα. Η κόρνα της γραμματείας θα ακουστεί. Ο νέος κόσμος του μετά, στημένος με θεμέλια τη μνήμη του δυσκολότερου ματς, δεν είναι μακριά όσο κι αν τέτοιος πολλές στιγμές φαντάζει. Η μπάλα έχει φύγει απ’ τα χέρια και ήδη διαγράφει την τροχιά της.
Φωτογραφία: Μαρία Γαλάτη
Διαβάστε επίσης