Ένας «από τα Τέμπη» μιλάει γι’ αυτούς «από την Παλαιστίνη»
Όποιος θέλει, συνεχίζει τη ζωή του. Ζωές σαν και τη δική μου, οι συνθήκες τη βάλανε σε παύση. Ας είναι. Τα λέμε στους δρόμους, εκεί που χτυπά η καρδιά της Παλαιστίνης κι όλων των αδικημένων αυτού του κόσμου.
Του Αντώνη Αντωνίου*
Ομολογώ πως ο τίτλος είναι για εντυπωσιασμό. Ομολογώ, επίσης, πως ο τίτλος θέλει να μιλήσει για την επιλεκτική μας συμπάθεια. Ακόμη, ομολογώ ότι μάλλον θα επαναλάβω πολλά απ’ όσα έχω ξαναπεί ή και έχω ξαναγράψει. Τέλος, ομολογώ ότι δε με νοιάζει. Ομολογώ πως ο καιρός για ευγένειες και διπλωματίες έχει περάσει. Έχει περάσει χωρίς καμία ελπίδα ή σκοπό να γυρίσει.
Έχω υπάρξει θύμα τρομερής αδικίας. Αυτό που μάλλον δε γνωρίζεις, είναι πως έχω υπάρξει πολλές φορές θύμα του ίδιου πράγματος, και μέσα και έξω από τα Τέμπη. Η αδικία που σε τσάκισε, ήταν αυτή που είδες να τσακίζει κι εμένα στα Τέμπη. Δε γνωρίζεις για τις υπόλοιπες. Τι έγινε με τις άλλες φορές; Τι γίνεται με τις άλλες φορές; Τι γίνεται με τους άλλους;
Σε έβγαλε στο δρόμο ένα «θα μπορούσα να είμαι εγώ», ένα «θα μπορούσε να είναι το παιδί μου». Ύστερα, σε έβαλαν μέσα στο σπίτι σου όλα τα «δεν υπάρχει τίποτα που μπορούμε να κάνουμε». Αυτή η φτιαχτή ανημποριά σε έγδυσε από τις ευθύνες σου, από την κατάφωρη συνειδητότητα της δικής σου τύχης και της δικής μου ατυχίας. Εδώ, συνεχίζει να σε κρατάει μέσα η απουσία (που εσύ τη νομίζεις απουσία) του συνδετικού κρίκου ανάμεσα στη δική σου οικογένεια, και τις οικογένειες που ξεκληρίζονται σε ζωντανή μετάδοση.
Θες να με βάλεις να διαλέξω;
Αν μπορούσα να διαλέξω, θα σου ζητούσα να κατέβεις στους δρόμους που άδειασαν το Μάρτιο, για την Παλαιστίνη, κι ας μην κατέβεις ποτέ ξανά για μένα. Εγώ τη φωνή μου την έχω. Και έχω μείνει πολλές φορές χωρίς ούτε ένα πιάτο φαΐ, αλλά μπορούσα, και ήξερα από πού, να το ζητήσω. Βγες, διάολε, για όσους δεν έχουν ούτε φωνή, ούτε φαΐ, ούτε νερό γαμημένο.
Κι άσε σπίτι σου τα «δε μπορούμε να κάνουμε τίποτα». Κάνε ό,τι μπορείς, ακολούθα ό,τι ξεκινούν οι άλλοι. Κι όσοι θα δουν και θα δράσουν, πίστεψε με, κάποιον, κάτι, κάπου είδαν και ακολούθησαν.
Θεωρείς πως, όσοι ασχολούνται (αποφεύγω να πω όσοι ασχολούμαστε), θεωρούν εαυτούς ήρωες που θα ελευθερώσουν τη Γάζα, θα κάνουν τον ουρανό να βρέξει φαγητό, νερό, φάρμακα, θα αναστήσουν τους νεκρούς; Το λιθαράκι μας, γαμώ την τρέλα μου. Το λιθαράκι μας.
Έχω δει να κοροϊδεύουν γονείς, τους γονείς μου, εμένα. Πως ό,τι έγινε έγινε. Πως φταίει ένας άνθρωπος και κανείς άλλος. Πως είμαστε προκατειλημμένοι κι ένα σωρό σκουπίδια δικαιολογίες. Ήσασταν μαζί μας. Ήμασταν μαζί. Τώρα, γιατί είμαστε χώρια; Δεν τον κοροϊδεύουν στα μούτρα του αυτό τον λαό; Δεν τον βλέπουν αποστεωμένο, ζωντανό νεκρό από την πείνα και τη δίψα, και του λένε πως δε λιμοκτονεί;
Δε ξέρω πόσα δεδομένα, πόσα γεγονότα, πόσους αριθμούς και στατιστικά χωράει αυτή η κουβέντα, στο σημείο που έχει φτάσει. Δε γουστάρω και δεν αντέχω κανείς να υποφέρει στο όνομα μου. Γιατί όσο σιωπώ, όσο το βράδυ δε με βρίσκει στο δρόμο, όλα θα γίνονται και εκ μέρους μου. Κι αυτό δε το σηκώνω πλέον.
Όποιος θέλει, συνεχίζει τη ζωή του. Ζωές σαν και τη δική μου, οι συνθήκες τη βάλανε σε παύση. Ας είναι. Τα λέμε στους δρόμους, εκεί που χτυπά η καρδιά της Παλαιστίνης κι όλων των αδικημένων αυτού του κόσμου.
* Ο Αντώνης Αντωνίου συστήνεται ως «Στωικός, υπαρξιστής, παραλίγο νεκρός»
Τον διαβάζετε κι εδώ
Διαβάστε επίσης:
Ξέρω τι είναι η Χαμάς, ξέρετε τι είναι η Παλαιστίνη;
Από τα Τέμπη και την Πύλο ως την Παλαιστίνη – Η Πρέβεζα μίλησε για δικαιοσύνη
Σοκ και δέος: Έλα να σου δείξω πώς χτίζεται ο καπιταλισμός της καταστροφής






