Αποτελεί ο Αλέξης Τσίπρας τη λύση για την προοδευτική παράταξη;
Η Ελλάδα, θα το ξαναπώ, δεν έχει ανάγκη από Μεσσία, ούτε ο κ. Τσίπρας μπορεί να εμφανιστεί ως τέτοιος.
Ο κ. Τσίπρας βρίσκεται για μια ακόμη φορά στην επικαιρότητα. Κάθε του κίνηση, κάθε του φράση, κάθε του παρέμβαση γίνεται προσπάθεια να αναλυθεί, να κατανοηθεί και να ερμηνευτεί από τους διάφορους τσιπρολογούντες. Θα κάνει, πότε και με ποιους, κόμμα ο τέως πρωθυπουργός; Θα επιδράσει καταλυτικά η όποια του ενέργεια στον χώρο της κεντροαριστεράς; Μπορεί το κόμμα του να νικήσει τη Ν.Δ. και να επανέλθει στην εξουσία; Αυτές και άλλες πολλές απορίες εκφράζονται το τελευταίο διάστημα. Το βασικό ερώτημα, ωστόσο, παραμένει ένα: είναι ο κ. Τσίπρας ο κατάλληλος πολιτικός για να ηγηθεί του κεντροαριστερού χώρου;
Του Γιάννη Ανδρουλιδάκη*
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι η χώρα χρειάζεται πολιτική αλλαγή. Θα έλεγα, μάλιστα, ότι η κυβέρνηση των υποκλοπών, των εγκλημάτων στα Τέμπη και την Πύλο, του σκανδάλου του Ο.Π.Ε.Κ.Ε.Π.Ε., της υποχωρητικότητας στις απαιτήσεις της Τουρκίας κ.λπ. θα έπρεπε να είναι παρελθόν εδώ και πολύ καιρό και ο πρωθυπουργός να βρίσκεται ήδη στο σπίτι του. Η διεθνής θέση της Ελλάδας είναι στο ναδίρ και το ένα χαστούκι έρχεται μετά το άλλο. Φτάσαμε στο σημείο ακόμη και η διαλυμένη Λιβύη, με τις τουρκικές πλάτες φυσικά, να μας απειλεί και να εγείρει απαράδεκτες αξιώσεις στηριζόμενη στο τουρκολιβυκό μνημόνιο. Αλλά και η εσωτερική κατάσταση της χώρας είναι ακόμη χειρότερη. Ένα μεγάλο μέρος της ελληνικής κοινωνίας, το οποίο υποφέρει, αναζητεί πολιτική διέξοδο και δεν μπορεί να τη βρει.
Επιπλέον, η κατάσταση στην κεντροαριστερά δεν είναι απλώς άσχημη, αλλά τραγική. Ούτε το ΠΑ.ΣΟ.Κ., ούτε ο ΣΥ.ΡΙΖ.Α., ούτε κάποιο άλλο από τα κόμματα που εντάσσονται σε αυτόν τον χώρο μπορούν να νικήσουν τη Ν.Δ. Οι υπάρχοντες πολιτικοί σχηματισμοί και οι ηγεσίες τους δεν πείθουν τον ελληνικό λαό ότι αποτελούν μια εναλλακτική λύση απέναντι στην πολιτική της Ν.Δ. Κανένα κόμμα δεν μπορεί να εισπράξει τη φθορά που υφίσταται η Ν.Δ. και κανένας πολιτικός αρχηγός δεν καταφέρνει να πλησιάσει σε καταλληλότητα τον πρωθυπουργό σύμφωνα με τις δημοσκοπήσεις. Είναι περισσότερο από σαφές ότι ο κ. Μητσοτάκης συνεχίζει να κυβερνά, γιατί δεν υπάρχει μια πειστική πρόταση εξουσίας, η οποία θα τον στείλει σε διακοπές διαρκείας.
Μέσα σ αυτές τις συνθήκες ο κ. Τσίπρας, ναι, αποτελεί το πρόσωπο το οποίο θα μπορούσε να ηγηθεί ενός κόμματος και μιας παράταξης που θα δώσει λύσεις στα συσσωρευμένα προβλήματα της χώρας και της κοινωνίας. Η Ελλάδα, θα το ξαναπώ, δεν έχει ανάγκη από Μεσσία, ούτε ο κ. Τσίπρας μπορεί να εμφανιστεί ως τέτοιος. Θεωρώ δε ότι δεν το θέλει και ο ίδιος. Μια ενδεχόμενη επιστροφή του, σε καμία περίπτωση, δε χρειάζεται να στηριχτεί σε εντυπωσιακές υποσχέσεις, όπως εκείνη ότι θα σκίσει τα μνημόνια, ούτε στον λαϊκισμό. Η χώρα έχει πληρώσει αρκετά για όλα αυτά.
Η υπεράσπιση των εθνικών μας θεμάτων με μια πολυδιάστατη εξωτερική πολιτική, με ένα νέο πατριωτισμό για τον οποίο έχει μιλήσει, η επαναφορά του Κυπριακού στο προσκήνιο της διεθνούς διπλωματίας σε μια εποχή εξαιρετικά ρευστή, η διεύρυνση της Δημοκρατίας, η λειτουργία της ανεξάρτητης δικαστικής εξουσίας, η αποκατάσταση των θεσμών, η διερεύνηση των σκανδάλων της προηγούμενης κυβέρνησης και η τιμωρία των υπευθύνων και πολλά άλλα είναι θεμελιώδη ζητήματα, τα οποία θα πρέπει να συμπεριλαμβάνονται σε ένα φιλολαϊκό πρόγραμμα. Από μια προοδευτική διακυβέρνηση, ακόμη και σε συνθήκες καπιταλισμού, οι πολίτες απαιτούν να δοθούν λύσεις υπέρ των πολλών, να μειωθούν οι ανισότητες και να γίνει η κοινωνία μας λιγότερη άδικη.
Ο κ. Τσίπρας έχει πια την ωριμότητα και την εμπειρία, γνωρίζει καλά την ευρωπαϊκή και τη διεθνή διπλωματία, για να επανέλθει χωρίς τα βαρίδια και τις ιδεοληψίες της προηγούμενης διακυβέρνησής του. Παρά τα λάθη που έκανε, τότε άφησε θετικό το αποτύπωμα του στην πολιτική ζωή της χώρας. Έδειξε τόλμη λύνοντας το περίφημο «Μακεδονικό» και δεν έβαλε ούτε ο ίδιος, ούτε οι συνεργάτες του το δάχτυλο στο μέλι. Ασφαλώς γνωρίζει ότι η εποχή μας δε θυμίζει σε τίποτα το 2015 και επομένως απαιτείται να αναπροσαρμόσει την πολιτική και την τακτική του. Δεν πρέπει, ωστόσο, να ξεχνά ότι στην πολιτική οι ευκαιρίες δεν είναι συχνές και τέλος ότι τεράστια σημασία έχει ο χρόνος , δηλαδή το πότε. Άρα;
*Εκπαιδευτικός στο 1ο Γυμνάσιο Καλαμάτας
Διαβάστε επίσης:
Αυτό πήγε καλά: Η κυβέρνηση της αρνήθηκε και η Καρυστιανού απάντησε με Πανελλαδικό κάλεσμα
Πόση ελευθερία του Τύπου αντέχει η κυβέρνηση;
Πύλος – Τέμπη – Παλαιστίνη: Δεν υπάρχει ειρήνη χωρίς δικαιοσύνη






