Ακόμα μία
Ποιες είναι οι γυναίκες που συνεχίζουν να πεθαίνουν έτσι; Αυτές που δεν έχουν φωνή, αυτές που η κοινωνία τους επιτρέπει να σβήνουν από τη ζωή.
Ακόμα μία γυναικοκτονία. Αυτή τη φορά στο Σιτοχώρι Σερρών.
Μια 52χρονη γυναίκα δολοφονήθηκε από τα χέρια του ανθρώπου που υποτίθεται ότι την αγαπούσε.
Ο 59χρονος σύζυγός της, αφού την δολοφόνησε, εξαφανίστηκε, αφήνοντας πίσω του το άδειο σώμα της και μια αίσθηση αδικίας που πλέον είναι γνωστή σε όλους μας.
Κι όμως, αυτό δεν είναι κάτι νέο.
Ο δράστης δεν είναι παρά ένα ακόμη πρόσωπο από τα πολλά που συνεχώς βλέπουμε να σφίγγουν τη ζωή μιας γυναίκας, επιβάλλοντας τη δική τους βία.
Ο ίδιος που αφού την σκότωσε, προτίμησε να βάλει τέλος στη ζωή του. Το μόνο που άφησε πίσω του είναι το κενό. Το κενό της ζωής της. Το κενό του άδικου θανάτου της.
Ο δράστης είχε ξανά απασχολήσει τις αρχές για τη βία απέναντι στον ίδιο του τον γιο.
Η ιστορία του, όπως και τόσες άλλες, ακολουθεί το ίδιο μοτίβο: ενδοοικογενειακή βία που συχνά συγκαλύπτεται από τα βλέμματα των γύρω.
Και όλο αυτό, από τη μια γυναικοκτονία στην άλλη, επαναλαμβάνεται μέχρι να μην υπάρχει πια χώρος για συναισθήματα ή αμφιβολίες.
Ένας άνθρωπος που κακοποιεί δεν είναι απλώς «ένας άντρας με προβλήματα», όπως συχνά μας ενημερώνουν στα κανάλια.
Είναι ο απόλυτος εκπρόσωπος ενός συστήματος που επιτρέπει και καλύπτει την έμφυλη βία με τις πιο απίστευτες δικαιολογίες. Το πιο τρομακτικό; Η ιστορία του δεν είναι καθόλου μοναδική.
Η γυναικοκτονία είναι το αποκορύφωμα μιας διαρκούς διαδικασίας επιβολής εξουσίας και βίας απέναντι στις γυναίκες, που ξεκινά από τη μικρή καθημερινή βία και καταλήγει στη σωματική εξόντωση.
Είναι ο τρόπος με τον οποίο η κοινωνία επιτρέπει, ανέχεται και συχνά συγχωρεί την καταπάτηση των δικαιωμάτων των γυναικών.
Και κάθε φορά που μια γυναίκα δολοφονείται, αναπαράγεται το ίδιο μοτίβο.
Η γυναικοκτονία δεν είναι ένα μεμονωμένο περιστατικό. Είναι αποτέλεσμα της νοοτροπίας που θεωρεί την γυναίκα ιδιοκτησία και όχι αυτόνομη ύπαρξη.
Είναι ένα σύμπτωμα της έμφυλης ανισότητας που τρέφει τη βία και την εξουσία πάνω στο σώμα της. Είναι πατριαρχία.
Σύμφωνα με τα τελευταία στοιχεία, το 2024, η Ελλάδα κατέγραψε 19 γυναικοκτονίες. Δεν είναι αριθμοί. Δεν είναι στατιστικά. Είναι μια από εμάς.
Κι όμως είμαστε μια κοινωνία που «κοιτάει αλλού» και επιτρέπει την κακοποίηση. Είμαστε μια κοινωνία που δεν παίρνει μέτρα για την προστασία των γυναικών, γιατί μάλλον δεν αντιλαμβάνεται τη σοβαρότητα του προβλήματος.
Δεν μιλάμε για κάποια «περίεργη εξαίρεση», αλλά για μια καθημερινότητα που εκτυλίσσεται δίπλα μας, σε κάθε γειτονιά, σε κάθε σπίτι, σε κάθε σχέση που κρύβει την αλήθεια της βίας.
Γιατί; Γιατί έχουμε μάθει να αποδεχόμαστε τη βία ως «συνηθισμένο».
Ποιες είναι οι γυναίκες που συνεχίζουν να πεθαίνουν έτσι; Αυτές που δεν έχουν φωνή, αυτές που η κοινωνία τους επιτρέπει να σβήνουν από τη ζωή.
Οι γυναίκες που καθημερινά φοβούνται για τη ζωή τους, αλλά δεν έχουν την υποστήριξη ή τα μέσα για να την προστατεύσουν.
Οι γυναίκες που βρίσκονται εγκλωβισμένες σε σχέσεις κακοποίησης και δεν έχουν κανένα εργαλείο να φύγουν από αυτές, γιατί το σύστημα δεν τις στηρίζει.
Τι πρέπει να γίνει για να σταματήσουμε αυτή την τυφλή βία; Η πολιτεία πρέπει να αναλάβει τις ευθύνες της με συγκεκριμένα μέτρα.
Πρέπει να υπάρξουν αυστηρές ποινές για τους δράστες γυναικοκτονιών, αλλά και για οποιαδήποτε μορφή ενδοοικογενειακής βίας.
Να δημιουργηθούν αποτελεσματικές δομές υποστήριξης και προστασίας για τα θύματα, με άμεση πρόσβαση και ενίσχυση των καταφυγίων για γυναίκες που ζουν σε κίνδυνο.
Πρέπει να επενδύσουμε στην εκπαίδευση και την ευαισθητοποίηση της κοινωνίας, γιατί η έμφυλη βία δεν είναι «προσωπικό πρόβλημα», αλλά κοινωνικό ζήτημα.
Χρειαζόμαστε εξειδικευμένες υπηρεσίες, όπως ψυχολόγους, δικηγόρους και κοινωνικούς λειτουργούς, που να είναι άμεσα προσβάσιμες για κάθε γυναίκα που χρειάζεται βοήθεια.
Και πάνω απ’ όλα, πρέπει να αλλάξουμε την νοοτροπία μας. Η γυναικοκτονία δεν είναι «οργισμένη πράξη» ή «μεμονωμένο περιστατικό».
Είναι το αποτέλεσμα ενός συστήματος που θεωρεί τη γυναίκα λιγότερο σημαντική, που επιτρέπει στους άντρες να κατέχουν εξουσία πάνω τους, ακόμα και με τη βία.
Αν θέλουμε να προστατεύσουμε τις γυναίκες, πρέπει πρώτα να καταλάβουμε ότι η καταπίεση τους δεν είναι φυσική. Είναι κοινωνικά κατασκευασμένη. Και είναι δουλειά όλων μας να την ανατρέψουμε.
Αυτή η γυναίκα, που σήμερα δολοφονήθηκε, δεν είναι απλώς μία ακόμα στη στατιστική. Είναι μια φωνή που σίγησε και πρέπει να μας συγκλονίσει.
Το θύμα της βίας δεν είναι μόνο εκείνη, αλλά και κάθε γυναίκα που φοβάται να ζήσει ελεύθερη, γιατί ζει με την απειλή του εκφοβισμού, της κακοποίησης και της βίας.
Και όσο δεν αλλάζουν τα πράγματα, η ευθύνη μας παραμένει βαριά. Δεν είναι μόνο ο δράστης που πρέπει να πληρώσει, είναι και το σύστημα που τον ανέχεται.
Διαβάστε επίσης:
Βασίλης Δημάκης: Ο άνθρωπος που νίκησε το άθλιο σωφρονιστικό σύστημα
Οι κυβερνήσεις έβλεπαν τα τρένα να περνούν – Ιστορίες για το πιο ασφαλές μέσο







