Η κάλυψη των δικών από Παρατηρητήρια από το Α ως το Ω
Με μια νομοθετική διάταξη του υπουργείου Δικαιοσύνης, η οποία εμφανίστηκε αιφνιδίως σε ΦΕΚ, χωρίς να περάσει από δημόσια διαβούλευση, η κυβέρνηση «ρίχνει μαύρο» στα παρατηρητήρια δικών, θέτοντας σε κίνδυνο τη δημοσιογραφική κάλυψη.
Η κυβέρνηση επιχειρεί απροκάλυπτα να εμποδίσει την δημοσιογραφική μετάδοση, μέσα από τις αίθουσες του δικαστηρίου, ειδικά εκείνων που αφορούν δίκες, όπως αυτή της Χρυσής Αυγής και του Ζακ Κωστόπουλου, παρότι κάτι τέτοιο αποτελεί παραβίαση του άρθρου 93 του Συντάγματος, το οποίο αναφέρει ότι «οι δίκες είναι δημόσιες και οι πολίτες έχουν το αναφαίρετο δικαίωμα να γνωρίζουν ακόμα και σε πραγματικό χρόνο τα πεπραγμένα εντός των δικαστηρίων».
Πριν από αυτή τη νομοθετική διάταξη ίσχυε ο νόμος του 2002 σύμφωνα με τον οποίο απαγορευόταν η τηλεοπτική ή ραδιοφωνική μετάδοση και κινηματογράφηση ή μαγνητοσκόπηση κάθε δίκης. Σύμφωνα, λοιπόν, με ΦΕΚ που δημοσιεύτηκε στις 5 Ιουλίου, αντικαταστάθηκε το 1ο εδάφιο του άρθρου 8 του συγκεκριμένου νόμου και πλέον «απαγορεύεται η ολική ή μερική μετάδοση με οποιονδήποτε τρόπο, ιδίως μέσω της τηλεόρασης, ραδιοφώνου, διαδικτύου και γενικά οποιουδήποτε τεχνολογικού μέσου, καθώς και η κινηματογράφηση, μαγνητοσκόπηση, ηχογράφηση και αποτύπωση της δίκης σε γραπτό κείμενο μέσω ειδικού λογισμικού που μετατρέπει τον προφορικό λόγο σε γραπτό, ενώπιον ποινικού, αστικού ή διοικητικού δικαστηρίου».
Στο άρθρο 31 αναφέρεται ότι «κατ’ εξαίρεση, το δικαστήριο μπορεί να επιτρέψει» τη μετάδοση όσων συμβαίνουν στην εκδίκαση υποθέσεων «εφόσον συναινούν ο εισαγγελέας και οι διάδικοι και συντρέχει ουσιώδες δημόσιο συμφέρον».
Να σημειωθεί ότι, πέρα από το γεγονός ότι καταργεί κεκτημένα με κόπο δημοσιογράφων και μελών παρατηρητηρίων δικών, όπως εκείνα της δίκη της Χ.Α., του Ζακ Κωστόπουλου, της «Κιβωτού του Κόσμου», της Mόριας, της Ηλιούπολης (τράφικινγκ), του Λιγνάδη, πλέον βαραίνει τους δημοσιογράφους με ακόμα μεγαλύτερες ευθύνες, σε μια προσπάθεια στοχοποίησης, η οποία καταπατά το δικαίωμα στην απρόσκοπτη, έγκαιρη και έγκυρη ενημέρωση και ενισχύει ταυτόχρονα και την δικαστική εξουσίας, η οποία πολλές φορές μας αφήνει να απορούμε με τον τρόπο που δρα και αποφασίζει.
Ακόμα και καταδικαστικές αποφάσεις, όπως εκείνη της Χ.Α., θα μπορούσε να μην είναι απόλυτα καταδικαστικές αν δεν υπήρχαν τα παρατηρητήρια, αν η πληροφορία δεν διακινούταν άμεσα και σε μεγάλο κοινό, αν δεν γινόταν γνωστό τι λέγεται και συμβαίνει πίσω από τις κλειστές πόρτες των δικαστηρίων.
Σύμφωνα με την αιτιολογική έκθεση «Με την εν λόγω σύγχρονη μεθοδολογία, λαμβάνει γνώση σε άμεσο χρόνο, μέσω απευθείας αναμετάδοσης (μετατροπής σε γραπτό λόγο με τη χρήση ειδικού λογισμικού), σε ιστοσελίδες και μέσα κοινωνικής δικτύωσης, αόριστος αριθμός ατόμων ευρισκόμενων εκτός της δικαστικής αίθουσας». Και αναρωτιέμαι: Αυτός ακριβώς δεν είναι ο σκοπός;
Οι αντιδράσεις
Για «απόπειρα γενικής απαγόρευσης κάθε προσπάθειας ενημέρωσης του κοινού για μείζονος σημασίας δίκες» έκανε λόγο το Παρατηρητήριο της Δίκης της Χρυσής Αυγής, αναφέροντας πως «είναι αδιανόητο να θεωρείται ότι πρέπει να ελέγχεται ποιο είναι το κοινό που μπορεί να ενημερώνεται για την εξέλιξη μιας δίκης τεράστιας κοινωνικής σημασίας». Όπως υπογράμμισε, «ακόμα και εάν η διάταξη αφορά λογισμικά speech to text, τα οποία μετατρέπουν τον προφορικό λόγο σε γραπτό, η διατύπωση επιτρέπει τη γενική απαγόρευση μετάδοσης πληροφοριών από τη δίκη, ακόμα και μέσω παραθεμάτων σε μεταγενέστερο άρθρο».
Η ΠΟΕΣΥ, στο όνομα της υπεράσπισης της ελευθεροτυπίας, καλεί τον υπουργό Δικαιοσύνης, Γ. Φλωρίδη να αποσύρει την επίμαχη διάταξη η οποία ενισχύει τους περιορισμούς στην δημοσιογραφική κάλυψη δικών.
Όπως υπογραμμίζει το δευτεροβάθμιο Σωματείο των δημοσιογράφων, η διάταξη που περιορίζει ακόμη περισσότερο τους δημοσιογράφους στη διάρκεια κάλυψης δικαστικών υποθέσεων από το ακροατήριο, «πλήττει περαιτέρω την αρχή της δημοσιότητας που αποτελεί Συνταγματικό εχέγγυο για τη διασφάλιση μιας δίκαιης δίκης και δυσχεραίνει ακόμη περισσότερο το έργο και την υποχρέωση των δημοσιογράφων για ποιοτική και αντικειμενική ενημέρωση της ελληνικής κοινωνίας».
Αναλυτικά η Ανακοίνωση της ΠΟΕΣΥ
Το Διοικητικό Συμβούλιο της Πανελλήνιας Ομοσπονδίας Ενώσεων Συντακτών (ΠΟΕΣΥ) εκφράζει την έντονη ανησυχία του για την πρόσφατη νομοθέτηση που ενισχύει τους περιορισμούς στην δημοσιογραφική κάλυψη δικών, και μάλιστα, σε μία χρονική περίοδο κατά την οποία είναι σε εξέλιξη δικαστικές υποθέσεις με έντονο κοινωνικό και πολιτικό ενδιαφέρον όπως αυτές για την «Χρυσή Αυγή» σε δεύτερο βαθμό και την υπόθεση για την δολοφονία του δημοσιογράφου Γιώργου Καραϊβάζ.
Ουσιαστικά, με τη νέα διατύπωση του άρθρου 31 του νόμου 5119/2024 η οποία δεν είχε ενσωματωθεί στο κείμενο που ετέθη σε δημόσια διαβούλευση, ορίζεται σαφώς ότι «απαγορεύεται η ολική ή μερική με οποιονδήποτε τρόπο» μετάδοση της δίκης.
Το συγκεκριμένο άρθρο, με το οποίο αντικαταστάθηκε το άρθρο 8 του νόμου 3090/2022, πλήττει περαιτέρω την αρχή της δημοσιότητας που αποτελεί Συνταγματικό εχέγγυο για τη διασφάλιση μιας δίκαιης δίκης και δυσχεραίνει ακόμη περισσότερο το έργο και την υποχρέωση των δημοσιογράφων για ποιοτική και αντικειμενική ενημέρωση της ελληνικής κοινωνίας.
Η ΠΟΕΣΥ, αποδέκτης των διαμαρτυριών συναδέλφων, δημοσιογραφικών ομάδων που με κόπο κάλυψαν δίκες, ιστορικής σημασίας, όπως η Δίκη για την Χρυσή Αυγή, συντάσσεται με την αγωνία τους και ζητεί να αποσυρθεί αμέσως η νέα διάταξη.
Σημειώνει δε ότι ήδη και πριν ακόμη «στεγνώσει το μελάνι» της δημοσίευσης του νόμου του υπουργείου Δικαιοσύνης , η ερμηνεία της διάταξης, οδήγησε σε απαγόρευση γραπτής ανταπόκρισης δίκης από το Τριμελές Πλημμελειοδικείο Μυτιλήνης.
Η ΠΟΕΣΥ παραμένει προσηλωμένη στην υπεράσπιση της ελευθεροτυπίας και καλεί τον υπουργό Δικαιοσύνης, Γ. Φλωρίδη να αποσύρει τη διάταξη.
Αντιδράσεις από τον Ξενοφώντα Κοντιάδη
Την πλήρη αντίθεσή του με τη διάταξη εξέφρασε και ο καθηγητής Δημοσίου Δικαίου και Κοινωνικής Διοίκησης στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, Ξενοφών Κοντιάδης, υπογραμμίζοντας: «Ο νομοθέτης αντιστρέφει τον συνταγματικό κανόνα της δημοσιότητας των δικών μετατρέποντάς τον σε εξαίρεση και την εξαίρεση την καθιστά κανόνα. Διερωτώμαι ποιον ενοχλεί η δημοσιότητα σημαντικών δικών και γιατί επιβλήθηκε τώρα αυτή η απαγόρευση. Ποιος φοβάται τη δημοσιότητα τέτοιων ιστορικών δικών, που επιτρέπουν σε κάθε ενδιαφερόμενο να διαμορφώσει αδιαμεσολάβητα άποψη για συγκεκριμένα γεγονότα;».
Η απάντηση της κυβέρνησης
Σε συνέντευξή του στο ΣΚΑΙ, ο υπουργός Δικαιοσύνης, Γιώργος Φλωρίδης, υποστήριξε ότι «σηκώθηκε μία φασαρία για το τίποτα» καθώς όπως είπε σε διάταξη που ισχύει από το 2002 «προσθέσαμε την απαγόρευση της μετάδοσης μέσω ίντερνετ, με διάφορα συστήματα και πλατφόρμες που υπάρχουν», ενώ ο κυβερνητικός εκπρόσωπος συνέχισε το ίδιο αφήγημα, υποστηρίζοντας πως δεν υπάρχει «καμία νέα απαγόρευση για τις αναμεταδόσεις των δικών».
Κατά τη διάρκεια της συνεδρίασης της Διαρκούς Επιτροπής Δημόσιας Διοίκησης Δημόσιας Τάξης και Δικαιοσύνης στη Βουλή, , στις 11/07, ύστερα από σχετική ερώτηση του βουλευτή της Νέας Αριστεράς, Δημήτρη Τζανακόπουλου, ο υπουργός Δικαιοσύνης επιχειρηματολόγησε υπέρ της διάταξης, αναφέροντας πως ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ την υπερψήφισαν, καθώς με αυτήν «προστατεύονται τα θεμελιώδη δικαιώματα των παραγόντων που είναι μέσα σε μια δίκη και κυρίως του κατηγορουμένου».
Στη συνέχεια ο υπουργός Δικαιοσύνης στη Βουλή ανέφερε πως τα «παρατηρητήρια θα συμμετέχουν στην παρακολούθηση της δίκης με βάση τις διατάξεις και όχι με βάση επιλογές δικές τους που επιχειρούν να παρακάμψουν τις συγκεκριμένες διατάξεις χωρίς την άδεια του δικαστηρίου» και συνεχίζει:
«Ακουσα πολλούς δημοσιογράφους που είναι χρόνια στις δίκες αυτές συμμετέχοντας στο δικαστικό ρεπορτάζ να λένε ότι έχουμε έναν αθέμιτο ανταγωνισμό από αυτές τις τεχνολογικές μεθόδους και όσους τις χρησιμοποιούν, για τον λόγο ότι εμείς κάνουμε τη δουλειά μας με έναν συγκεκριμένο τρόπο, δηλαδή κρατάμε μόνοι μας πρακτικά και στη συνέχεια τα μεταδίδουμε και κάποιοι, χρησιμοποιώντας τις νέες τεχνολογίες, έχουν απευθείας μετάδοση κατά παράβαση του νόμου των διαδραματιζομένων σε μια δίκη, ενώ δεν έχει παραχωρηθεί η άδεια του δικαστηρίου».
Οι απαντήσεις του υπουργού δεν μπορεί παρά να προκαλούν ερωτήματα: Ποιοι δημοσιογράφοι παρακάμπτουν ποιες διατάξεις; Αυτό είναι δεδομένο ή κάποια υπόθεση του υπουργείου; Και αν είναι υπόθεση, τότε πως κανείς νομοθετεί βασιζόμενος σε υποψίες; Και πως είναι δυνατόν να μην αλλάζει τίποτα η εν λόγω διάταξη – σύμφωνα με τον κ. Φλωρίδη – αλλά εν τέλη να μπαίνει φρένο στα Παρατηρητήρια εφόσον ενημερώνουν και μέσω των social media, τα οποία συμπεριλαμβάνονται στη νέα λίστα απαγορεύσεων;
Είναι δεδομένο ότι τα Παρατηρητήρια ενοχλούν. Ενοχλούν κάθε είδους εξουσία καθώς στενεύουν τα περιθώρια για αδιαφανείς διαδικασίες, εκθέτουν δικαστικούς, δικηγόρους ακόμα και δημοσιογράφους, οι οποίοι απολαμβάνουν προνόμια και ειδική μεταχείριση εντός των αιθουσών – και όχι μόνο – έχοντας στήριξη από την πολιτική εξουσία.
Έλεγχος της ενημέρωσης και περιορισμός κάθε ελευθερίας. Θα αναρωτηθούμε εκ νέου όταν θα δούμε να πέφτουμε κι άλλες θέσεις στην Ελευθερία του Τύπου. Αλλά αυτή τη φορά θα πρέπει να ξέρουμε γιατί. Έχουμε όλες τις απαντήσεις μπροστά μας.







