Τι ζητάει το τραύμα;
Κάποια κείμενα περιμένουν υπομονετικά στη γωνία τους την κατάλληλη ώρα να γνωρίσουν τον κόσμο. Σήμερα, σε ένα σχολείο της Καλαμαριάς, οι τρεις αυτές λέξεις με κοίταξαν, όπως με κοιτάζουν τόσες και τόσες ομολογίες της συλλογικής μνήμης που γεμίζουν το τσιμέντο της Θεσσαλονίκης μου.
Αυτή η αλληλουχία λέξεων που έχεις μπροστά σου γράφεται τα χαράματα, από έναν άνθρωπο που είχε υποσχεθεί στον εαυτό του να κάνει ένα διάλειμμα. Διάλειμμα από το τραύμα του, διάλειμμα από το να το ξαναζεί, να το εξιστορεί, διάλειμμα ακόμα κι απ’ όσους και όσες το μοιράζονται μαζί του. Ένα διάλειμμα για να αναγκάσω τον εαυτό μου να «ζήσει κανονικά», να θυμηθεί όσα είχε αφήσει στη μέση. Και για να τελειώνω τη διπλωματική και τη σχολή από την οποία ίσως με διαγράψει κόσμος που τελείωσε τη σχολή στα 31 του και μιλάει εκ του ασφαλούς (αλλά για πόσο ακόμα;)
Όμως, το τραύμα μου διψάει και πεινάει. Διψάει για εκδίκηση. Πεινάει για κοινωνική αλλαγή. Όχι πολιτική. Αν δεν αλλάξει η κοινωνία, οι πολιτικές θα ολισθαίνουν πίσω στους ίδιους βρώμικους δρόμους. Το τραύμα μου δε λέει να το βουλώσει. Δε λέει να με αφήσει να γίνω κανονικός, σαν τους άλλους. Απαθής. «Έτσι τον κάνανε τον κόσμο, εγώ θα τον αλλάξω;». «Κοίτα εσύ να είσαι καλά». Κι εκεί είναι που μπαίνουν στο χορό οι άλλοι. Αυτοί και αυτές που αλήθεια πιστεύω πως ενδιαφέρονται, αλλά δε ξέρουν τι να κάνουν, πως να το κάνουν, τι φταίει και ποιον να κατηγορήσουν.
Να με προσέχει ο ένας κι ο άλλος Θεός, να έχω την ευλογία του, να με βρουν τα καλύτερα, όσα ονειρεύομαι. Και κουβέντες για τα όσα έζησα, όσα ζήσαμε, πώς στεκόμαστε ακόμα στα πόδια μας. Για να ξεκινήσω από το τέλος, ούτε που ξέρω πώς στεκόμαστε στα πόδια μας. Κι ούτε που ξέρω πώς βρίσκουμε τη δύναμη να συνεχίσουμε τις ζωές μας, όταν όλη μας η ύπαρξη είναι ανεπιθύμητη. Και δε μπορώ να καταλάβω αν είναι πιο εύκολο να συνεχίζεις από ‘κει που τα άφησες όλα ή να κάνεις παύση και να αναμετράσαι με το τραύμα σου. Έχοντας δοκιμάσει και τα δύο, κομμάτια γίνομαι και έτσι και αλλιώς.
Καλοί μου άνθρωποι, μ’ όλη την αγάπη που μας δείχνετε, μ’ όλη την αγάπη που έχω για σας, για το νοιάξιμο σας, κανείς δε θα σας προστατεύσει καλύτερα από μένα. Και κανείς, καμία δε θα με προστατεύσει καλύτερα από σας. Το τραύμα που ζητάει συσπείρωση. Ζητά ένωση απέναντι σ’ έναν εχθρό που σκοτώνει και θα ξανασκοτώσει αδιάκριτα.
Και πολύ φοβάμαι ότι δε θα γίνει με λόγια αποδοκιμασίας, δικά μου ή δικά σας. Γιατί δεν έχουμε να κάνουμε με ανθρώπους. Δε θα τους διδάξει τίποτα η αγάπη και η αλληλεγγύη. Αυτά, έχουν πολλά να μάθουν σε εμάς. Εκείνους, θα τους μάθει μόνο ο ίδιος φόβος που σπέρνουν στα σπιτικά μας εδώ και χρόνια.
Κι αφού μου εύχεστε ό,τι ονειρεύομαι, ονειρεύομαι έναν κόσμο όπου δε θα ξαναγράψει άνθρωπος για το τραύμα του που λυσσάει. Θα μου τον δώσετε;
Και μακάρι το μόνο (μου) τραύμα να ήταν τα Τέμπη.
Φωτογραφία: Αντώνης Αντωνίου
Διαβάστε επίσης:
Εκδικητικός εγκλεισμός vs σωφρονισμός: άσος απ’ τα αποδυτήρια
Τρένο: Σημαντική υπενθύμιση από το υπουργείο μεταφορών
Κόρινθος: Το προαύλιο δημοτικού είναι ακατάλληλο για παιδιά, αλλά ποιος νοιάζεται;







