Το Κονγκό και το τίμημα του πλούτου των ορυκτών του
Το προχθεσινό ατύχημα, όσο «μεμονωμένο» κι αν παρουσιαστεί, δεν είναι τίποτα καινούριο. Είναι απλώς συνέχεια της ίδιας ιστορίας.
Το προχθεσινό ατύχημα —ένα ακόμη στη μακριά αλυσίδα των «αόρατων» τραγωδιών της Κεντρικής Αφρικής— υπενθυμίζει μια αλήθεια που επαναλαμβάνεται μέχρι εξάντλησης: το Κονγκό παραμένει ένα από τα πιο πλούσια, αλλά και τα πιο βασανισμένα μέρη του πλανήτη. Πλούσιο σε ορυκτά, όπως το κολτάνιο που χρησιμοποιείται σε πυκνωτές μικρού μεγέθους στα smartphones και το κοβάλτιο που βρίσκεται στις μπαταρίες λιθίου.
Του Γιώργου Καρακασίδη
Στο βιβλίο “Γιατί αποτυγχάνουν τα έθνη”, οι Ατζέμογλου και Ρόμπινσον χρησιμοποιούν το Κονγκό ως παράδειγμα του πώς οι «εκμεταλλευτικοί θεσμοί» παράγουν φαύλους κύκλους. Από την εποχή της προσωπικής αποικίας του βασιλιά του Βελγίου Λεοπόλδου Β’ —ο οποίος είχε μάλιστα προταθεί για τον ελληνικό θρόνο πριν επιλεγεί ο Όθωνας—, όταν η παραγωγή καουτσούκ «μετριόταν» με ακρωτηριασμένα χέρια εργατών που «δεν απέδιδαν», μέχρι σήμερα, η χώρα λεηλατήθηκε από όποιον είχε την ισχύ.
Το σαρωτικό ντοκιμαντέρ “Σάουντρακ για ένα πραξικόπημα” φωτίζει την πρώτη μετα-αποικιακή στιγμή όπου το Κονγκό θα μπορούσε ίσως να αλλάξει πορεία — και το πώς αυτό αποτράπηκε. Ο Πάτρικ Λουμούμπα, πρώτος εκλεγμένος πρωθυπουργός, εμφανίστηκε στη Δύση ως πιθανός «κομμουνιστής δούρειος ίππος», κυρίως επειδή αρνήθηκε να παραδώσει τον έλεγχο των ορυκτών σε ξένα συμφέροντα.
Εκεί, το ντοκιμαντέρ αποκαλύπτει έναν απροσδόκητο, σχεδόν παράλογο μηχανισμό πίεσης: τη χρήση της τζαζ ως όπλο πολιτιστικής διπλωματίας. Στο πλαίσιο του Ψυχρού Πολέμου, οι ΗΠΑ έστελναν διάσημους μαύρους τζαζίστες —όπως ο Max Roach, ο Art Blakey, ο Louis Armstrong— σε αφρικανικές χώρες για να προωθήσουν μια εικόνα «αντιρατσιστικής» Αμερικής. Παράλληλα, προσπαθούσαν να ελέγξουν ποιος καλλιτέχνης θα ταξιδέψει σε ποια χώρα, φοβούμενοι ότι ορισμένοι πιο ριζοσπάστες μουσικοί (ως και οι ίδιοι καταπιεσμένοι πολίτες) θα μπορούσαν να ταχθούν υπέρ του Λουμούμπα. Η μουσική γίνεται έτσι πολιτικό εργαλείο — ένα «ήπιο» όπλο σε έναν αγώνα εξουσίας.
Η κυρίαρχη λογική της περιόδου αποτυπώνεται από τον Μάλκολμ Χ: — μια φράση που ακούγεται στο ντοκιμαντέρ και συμπυκνώνει τη δύναμη που θα μπορούσε να αποκτήσει η Αφρικανική ήπειρος στη Γενική Συνέλευση του Ο.Η.Ε., γεγονός όμως που φόβιζε τις μεγάλες δυνάμεις, οι οποίες έσπευσαν να αποτρέψουν κάθε εγχείρημα συγκρότησης των “Ηνωμένων Πολιτειών της Αφρικής”. Μέσα σε αυτό το παιχνίδι επιρροής, ο Ο.Η.Ε. κράτησε έναν «ουδέτερο» ρόλο που κατέληξε να μοιάζει με αποστασιοποίηση: συχνά αρνήθηκε βοήθεια στον Λουμούμπα τη στιγμή που εκείνος απομονωνόταν και τελικά παραδόθηκε στους εχθρούς του. Την ίδια ώρα, ο Μάλκολμ Χ μιλούσε ανοιχτά για το Κονγκό, κατήγγειλε τον ιμπεριαλισμό και έβλεπε στο πρόσωπο του Λουμούμπα μια μορφή χειραφέτησης για το παναφρικανικό κίνημα — μια φωνή αλληλεγγύης που οι «επίσημες» κυβερνήσεις των ΗΠΑ δεν ήθελαν να ακούγεται.
Ένα άλλο ντοκιμαντέρ το “Virunga” φέρνει το αφήγημα στο σήμερα: στο εθνικό πάρκο, ανάμεσα σε γορίλες υπό εξαφάνιση, παραστρατιωτικές ομάδες και πολυεθνικές που διεκδικούν πετρέλαιο, βλέπουμε τη σύγχρονη εκδοχή της ίδιας ιστορίας. Ένας τόπος τόσο πλούσιος σε πόρους που καταλήγει καταδικασμένος σε μόνιμη εκμετάλλευση.
Το προχθεσινό ατύχημα, όσο «μεμονωμένο» κι αν παρουσιαστεί, δεν είναι τίποτα καινούριο. Είναι απλώς συνέχεια της ίδιας ιστορίας: όταν μια χώρα παράγει ό,τι χρειάζεται ο κόσμος, αλλά δεν της επιτρέπεται ποτέ να το ελέγξει, ο άνθρωπος γίνεται το πρώτο αναλώσιμο υλικό. Άραγε ο μέσος μαθητής μιας αποικιοκρατικής χώρας μαθαίνει για το σκοτεινό παρελθόν της; Ή απλά σκρολάρει στο κινητό που φτιάχνεται από υλικά από χέρια που ματώνουν σε ορυχεία;
Διαβάστε επίσης:
Πώς το Συμβούλιο Ασφαλείας ανέλαβε να «τελειώσει» την Παλαιστίνη
H Αγγελική Κουτσουμπού θυμάται ακόμη τα ουρλιαχτά της απ’ τη φάλαγγα






